ΜΑΘΗΤΕΙΑ ΣΤΟΝ ΑΓΙΟ ΝΙΚΟΔΗΜΟ
Σταχυολόγηση καί διασκευή
κειμένων άπό τά «Πνευματικά Γυμνάσματα» τοϋ όσιου Νικοδήμου τοΰ 'Αγιορείτου
ΕΚΔΟΣΗ ΕΒΔΟΜΗ
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ
ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗΣ 2005
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Ο ΑΓΙΟΣ Νικόδημος ό
'Αγιορείτης (1749-1809) είναι από τους
πρωτουργούς τοϋ γνωστού πνευματικού κινήματος τών Κολλυβάδων, πού άνέδειξε
πλήθος άγιων μορφών καί άπετέλεσε την ουσιαστικότερη προσπάθεια άληθινοΰ
όρθόδοξου διαφωτισμού τού Γένους μας στά χρόνια τής τουρκοκρατίας.
Τόσο γιά τήν όσιακή βιοτή
του όσο καί γιά τις ιερές συγγραφές του, μέ τίς όποιες διερμηνεύεται θεοφώτιστα
ή πνευματική εμπειρία τής Εκκλησίας καί έκ-λαϊκεύεται φιλάνθρωπο ή ορθόδοξη
θεολογία, ό άγιος Νικόδημος άνήκει στή χορεία τών μεγάλων έκκλησια-στικών
πατέρων καί διδασκάλων.
"Ενα άπό τά σπουδαιότερα
συγγραφικά του πονήματα είναι καί το βιβλίο Γυμνάσματα Πνευματικά. ”Αν καί
βασισμένο, ώς πρός τή μορφή καί τή δομή, σέ όμοιότιτλο δυτικό έργο, που
άποδίδεται στον ίσπανό παπικό μοναχό ’Ιγνάτιο de Loyola (1491-1556), ιδρυτή τοΰ
Τάγματος των ’Ιησουιτών (ή, σύμφωνα με νεότερες έρευνες, σέ έργα τοΰ ιταλοΰ
J.-P. Pinamonti, πού έζησε δυό αιώνες άργότερα), έντούτοις δέν προβάλλει τό
λατινικό ήθος. Ή θεοκίνητη γραφίδα του άγιου δημιούργησε ένα ουσιαστικά
πρωτότυπο «άριστούργη-μα» τής ανατολικής πνευματικότητος... μεθ’ όλων τών
ουσιωδών χαρακτηριστικών τοΰ όρθοδόξου πνεύματος». Πρόκειται γιά μιά «πηγή
ϋδατος άλλομένου είς ζωήν αιώνιον», όπου «ό θείος πατήρ έξεκένωσεν όλην τήν
σοφίαν του καί τήν άγάπην του» (γ. Θεόκλητος Διονυσιάτης).
’Απ’ αυτό τόν εύχυμο
πνευματικό καρπό τής σοφίας καί τής άγάπης τοΰ ίεροΰ Νικοδήμου σταχυολογήσαμε
καί διασκευάσαμε τά κείμενα πού ακολουθούν. Τά προσφέρουμε στούς άδελφούς μας
«πρός ,άνάγνωσιν καί οικοδομήν», σάν ευκαιρία μαθητείας στην άγιοπατερική σκέψη
του.
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ
Ή άγάπη μας πρός τό Θεό
ΑΣ ΣΚΕΦΤΟΥΜΕ, άγαπητοί,
ότι τρεις είναι οί σπουδαιότεροι λόγοι, πού μας παρακινούν — ή καλύτερα μας
άναγκάζουν - ν’ άγαπαμε τό Θεό.
Ό πρώτος είναι, ότι ό
’Ίδιος μάς προστάζει νά Τόν αγαπάμε· ό δεύτερος, ότι Αυτός είναι άξιος άγάπης
περισσότερο άπό κάθε άλλο· καί ό τρίτος, ότι Αυτός προκαλεΐ τήν άγάπη μας μέ τή
δική Του άγάπη καί μέ αναρίθμητες ευεργεσίες.
Ή πρώτη άπ’ όλες τίς
έντολές είναι: «Αγαπήσεις Κύριον τόν Θεόν σου έν όλη τή καρδία σου καί εν όλη
τή ψυχή σου καί έν όλη τή διανοία σου αϋτη έστί πρώτη καί μεγάλη έντολή» (Ματθ.
22:37-38).
Είναι πρώτη, γιατί
άποτελεΐ τό θεμέλιο όλης τής χριστιανικής ήθικής καί τελειότητος. Γι’ αυτό
πρέπει νά έχει τήν πρώτη θέση στήν καρδιά τών χριστιανών. Ή άγάπη στόν πλησίον
καί κάθε άλλη άρετή κρέμεται καί τρέφεται άπό τήν άγάπη στό Θεό.
Είναι πρώτη, γιατί
έναντιώνεται λιγότερο άπό τίς άλλες έντολές στήν έλευθερία τοϋ άνθρώπου. Δέν
μπορεί ποτέ ό άνθρωπος νά έκπληρώσει τήν έντολή αύτή, άν δέν τό θελήσει.
Είναι πρώτη, γιατί
άποτελεΐ τήν ψηλότερη πνευματική κορυφή, πού μπορεί νά φτάσει ή ψυχή.
Είναι πρώτη, γιατί δέν
έχει ποτέ τέλος. Γι’ αύτό είπε ό άπόστολος Παύλος, ότι «νυνί μένει πίστις,
έλπίς, άγάπη, τά τρία ταΰτα- μείζων δέ τούτων ή άγάπη» (Α' Κορ. 13:13).
"Υστερα άπ’ αύτά, άς
σκεφτοϋμε πόσο πρέπει νά τιμάμε αύτή τήν άρετή καί πόση προθυμία καί έπιμέλεια
πρέπει νά δείχνουμε στήν εφαρμογή της. ’Ακόμα κι άν ό Θεός μάς άπαγόρευε νά Τόν
άγαπάμε, έμεΐς θά έπρεπε άκατάπαυστα νά Τόν παρακαλοΰμε, ζητώντας Του νά μάς
επιτρέψει τήν έκπλήρωση αυτής τής υψιστης αρετής. Καί τώρα μάλιστα, πού μάς
προστάζει τόσο έντονα, είναι δυνατό νά μήν υπακούσουμε στήν έντολή Του;
Μά τί άλλο θά μπορούσαν
ν’ άποζητήσουν οί κολασμένοι στόν άδη, παρά τή θεία άγάπη; ’Άν κηρυσσόταν στόν
άδη μιά τέτοια έντολή, αύτή καί μόνο μπορούσε νά μεταβάλει άμέσως σέ γλυκιά
θαλπωρή έκεΐνη τή βασανιστική καί άσβεστη φωτιά τής κολάσεως. Ή μεγαλύτερη
δυστυχία τών κολασμένων είναι πού δέν άγάπησαν τό Θεό. Γι’ αύτό αθέτησαν τίς
έντολές Του. Καί στήν άλλη ζωή τούς κολάζει άκριβώς ή έλλειψη αύτής τής αγάπης,
όπως λέει ό άγιος ’Ισαάκ ό Σύρος: «Οί έν τή γεέννη κολαζόμενοι, τή μάστιγι τής
άγάπης μαστίζονται... Τουτέστιν έκεΐνοι οϊτινες ήσθήθησαν ότι είς τήν άγάπην
έπταισαν, μείζονα τήν κόλασιν έ-χουσι πόσης φοβούμενης κολάσεως» (λόγος πδ').
'Υπάρχει μεγαλύτερο άπ’
αύτό τό θαύμα τής συγκα-ταβάσεως τού Θεού, πού μας προστάζει νά Τόν άγαπά-με σά
νά έχει άνάγκη άπό τήν άγάπη μας; Κι έμεΐς τόσο άναίσθητοι είμαστε, πού δεν
καταλαβαίνουμε τό μέγεθος τής εύεργεσίας;
”Ας διαλέξουμε λοιπόν εν’
άπό τά δυό, γιατί ένδιάμε-ση λύση δέν ύπάρχει: ”Η θά αισθανόμαστε ευχάριστα τή
φλόγα τής άγάπης τού Θεού καί έδώ καί στόν Παράδεισο, ή θά καιγόμαστε, χωρίς
έλπίδα σωτηρίας, άπό τήν αιώνια φλόγα τού άδη. Ή μιά φλόγα είναι σωτήρια καί
ζωογόνα, ή άλλη κολαστήρια καί θανατηφόρα. "Ομως καί οί δυό φλόγες
ξεπετάγονται άπό τήν ίδια φωτιά, τήν άγάπη τού Θεού. Αύτή θά ευφραίνει στόν
παράδεισο έκείνους πού τή φύλαξαν. Αύτή θά κολάζει στόν άδη έκείνους πού τήν
άθέτησαν. «Ενεργεί γάρ ή άγάπη έν τή δυνάμει αυτής κατά διπλοΰν τρόπον τούς μέν
άμαρτωλούς κολάζουσα..., τούς δέ τετη-ρηκότας τά δέοντα εύφραίνουσα έν αύτή»
(άγ. ’Ισαάκ ό Σύρος, ό.π.). ”Ας μή φανούμε λοιπόν τόσο άνόητοι, καί
προτιμήσουμε τή θανάσιμη φλόγα τού άδη άπό τή ζωογόνα φλόγα τής θείας άγάπης.
Ή άγάπη μας στό Θεό δέν πρέπει,
βέβαια, νά περιορίζεται στά λόγια, άλλά ν’ άποδεικνύεται κι άπό τά πράγματα.
«Τεκνία μου, μή άγαπώμεν λόγφ μηδέ τή γλώσση άλλ’ έν έργω καί άληθεία» (Α' Ίω.
3:18), παραγγέλλει ό άπόστολος. Καί πρέπει νά είναι μιά άγάπη δυνατή τόσο, πού,
όταν έρθει άντιμέτωπη μέ όποιαδήποτε άλλη άνθρώπινη άγάπη, νά τή νικάει καί νά
έπικρατεΐ — «ότι κραταιά ώς θάνατος άγάπη» (Ασμα 8:6).
Read More ->>